Άνχαλτ

Άνχαλτ
(Anhalt). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (2.314 τ. χλμ.), πρώην ανεξάρτητο δουκάτο της κεντρικήςΓερμανίας, που περιλάμβανε εδάφη και στις δύο όχθες του ποταμού Έλβα, του ποταμού Ζάαλε και στις βόρειες παρυφές του όρους Χαρτς. Στην περιοχή του Ά. ηγεμόνευσε μέχρι το 1918 ο ομώνυμος οίκος της Γερμανικής αυτοκρατορίας, με ιδρυτή τον Ερρίκο (1244), και τα εδάφη της που είχαν κατά καιρούς κατατεμαχιστεί σε κληρονομικά μερίδια ενώθηκαν το 1863 από τον Λεοπόλδο Α’, ηγεμόνα του Ά.-Ντεσάου. Το 1871, το Ά. περιλήφθηκε στη Γερμανική αυτοκρατορία ως δουκάτο και παρέμεινε μέχρι τη Γερμανική επανάσταση του 1918, οπότε αποτέλεσε ανεξάρτητο κράτος που ενσωματώθηκε το 1933 στο Γ’ Ράιχ. Είχε πρωτεύουσα το Ντεσάου. Μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο περιλήφθηκε στη διοικητική περιοχή της Σαξονίας της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας (Ανατολική Γερμανία) και διαμοιράστηκε από το 1952 στα διαμερίσματα του Χάλε και του Μαγδεμβούργου. Μετά την ενοποίηση, αποτελεί τμήμα του κρατιδίου Σαξονία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Σαξονία — (Sachsen). Ιστορική περιοχή της κεντρικής Γερμανίας. Συνορεύει με την Τσεχοσλοβακία προς ΝΑ, με την Κάτω Σαξονία και τη Βαυαρία, αντίστοιχα προς ΒΔ και προς ΝΔ, με το Βρανδεμβούργο προς ΒΑ, με τη Σιλεσία (που σήμερα είναι σχεδόν ολόκληρη… …   Dictionary of Greek

  • Liste der griechischen Bezeichnungen deutscher Orte — In dieser Liste werden für deutsche Toponyme (d.h. Namen von Städten, Landschaften, Flüssen, Gebirgen usw. des deutschsprachigen Raumes) die griechischen Entsprechungen angegeben. Inhaltsverzeichnis 1 Α 2 Β 3 Γ 4 Δ 5 Ε 6 …   Deutsch Wikipedia

  • Liste griechischer Exonyme für deutsche Toponyme — In dieser Liste werden für deutsche Toponyme (d.h. Namen von Städten, Landschaften, Flüssen, Gebirgen usw. des deutschsprachigen Raumes) die griechischen Entsprechungen angegeben. Inhaltsverzeichnis 1 Α 2 Β 3 Γ 4 Δ …   Deutsch Wikipedia

  • προτεσταντισμός — Όρος που χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στις καθολικές χώρες, για να υποδηλώσει το σύνολο δογμάτων και όλες τις θρησκευτικές πίστεις, οι οποίες κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο προέρχονται από το κίνημα διαμαρτυρίας (protestatio = διαμαρτυρία) κατά της… …   Dictionary of Greek

  • Αικατερίνη — I Όνομα αγίων της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. 1. Α. της Μπολόνια (1413 – 1463). Γεννήθηκε στην Μπολόνια, ανατράφηκε όμως στη Φεράρα. Σε ηλικία 17 ετών μπήκε στο μοναχικό τάγμα της Αγίας Κλάρας. Το 1457 έγινε ηγουμένη της μονής του τάγματος αυτού… …   Dictionary of Greek

  • Αμαλία — I (Αστρον.). Αστεροειδής. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 12,9, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,4. Ο αστεροειδής αυτός περιφέρεται σε… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Μαγδεμβούργο — (Magdeburg). Πόλη (238.000 κάτ. το 2001) της Γερμανίας, πρωτεύουσα του ομόσπονδου κρατιδίου Σαξονίας Άνχαλτ. Είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του Έλβα, κοντά στο Μιτελαντκανάλ, στη συμβολή σημαντικών οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών. Αποτελεί… …   Dictionary of Greek

  • Μεκλεμβούργο — (Mecklenburg). Ιστορική και γεωγραφική περιοχή στο βορειοανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Σήμερα, αποτελεί μαζί με την ιστορική περιοχή της Πομερανίας κρατίδιο που φέρει την ονομασία Μ.–Δυτική Πομερανία (23.170 τ. χλμ., 1.759.877 κατ. το 2002) και… …   Dictionary of Greek

  • Μπάζεντοφ, Γιόχαν Μπέρναρντ — (Johann Bernard Basedow, Αμβούργο 1723 – Μαγδεμβούργο 1790). Γερμανός παιδαγωγός. Ιδρυτής του παιδαγωγικού κινήματος του «Φιλανθρωπισμού», ο Μ. τόνισε τη σημασία μιας διδακτικής μεταρρύθμισης που θα έθετε ως σκοπό την επίτευξη της ευτυχίας των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”